φιλοτιμῇ

φιλοτιμῇ
φιλοτῑμῇ , φιλοτιμέομαι
love
pres subj mp 2nd sg
φιλοτῑμῇ , φιλοτιμέομαι
love
pres ind mp 2nd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • αξιοσπούδαστος — η, ο (Α ἀξιοσπούδαστος, ον) αυτός για τον οποίο αξίζει να καταβληθεί φιλότιμη προσπάθεια …   Dictionary of Greek

  • φιλότιμος — Έλληνας γιατρός, μαθητής του Πραξαγόρα του Κώου, που αναφέρεται κυρίως για τη δραστηριότητά του το 320 π.Χ. Aσχολήθηκε με την ανατομία και επιχείρησε να περιγράψει διάφορα όργανα, όπως τον εγκέφαλο, τον οποίο θεωρούσε κατώτερης σημασίας.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”